- προσέχετε
- προσέχωhold topres imperat act 2nd plπροσέχωhold topres ind act 2nd plπροσέχωhold toimperf ind act 2nd pl (homeric ionic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
προσέχετ' — προσέχετε , προσέχω hold to pres imperat act 2nd pl προσέχετε , προσέχω hold to pres ind act 2nd pl προσέχεται , προσέχω hold to pres ind mp 3rd sg προσέχετο , προσέχω hold to imperf ind mp 3rd sg (homeric ionic) προσέχετε , προσέχω hold to… … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Minuscule 546 — New Testament manuscripts papyri • uncials • minuscules • lectionaries Minuscule 546 The … Wikipedia
Dative case — The dative case (abbreviated dat, or sometimes d when it is a core argument) is a grammatical case generally used to indicate the noun to whom something is given, as in George gave Jamie a drink . In general, the dative marks the indirect object… … Wikipedia
ζύμη — η (AM ζύμη) όξινο φύραμα αλευριού το οποίο, όταν αναμιχθεί με μεγάλη μάζα αλευριού και νερού, προκαλεί τη ζύμωσή της, προζύμι, μαγιά νεοελλ. 1. το μίγμα από αλεύρι και νερό, το ζυμάρι 2. μτφ. το ψυχικό φύραμα κάθε ατόμου, η μάζα τών ψυχικών του… … Dictionary of Greek
προσέχω — ΝΜΑ 1. έχω στρέψει την προσοχή μου σε κάτι, σκέπτομαι, παρατηρώ ή παρακολουθώ κάτι με ενδιαφέρον (α. «πρόσεχε στο μάθημα» β. «προσέχειν τῶν ἐμπείρων... ταῑς ἀναποδείκτοις φάσεσι», Αριστοτ.) 2. αντιλαμβάνομαι, διακρίνω (α. «ήταν κι αυτός εκεί αλλά … Dictionary of Greek
παρακλάδι — το 1. τρυφερό κλαδί που βγαίνει από τον κλάδο ή τη μασχάλη του φύλλου: Κόψαμε όλα τα παρακλάδια για να δυναμώσουν τα δέντρα. 2. διακλάδωση, υποδιαίρεση, μέρος ενός όλου: Προσέχετε κατά τη νυκτερινή πορεία να μη χαθείτε, γιατί ο δρόμος έχει πολλά… … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
προειδοποιώ — προειδοποίησα, προειδοποιήθηκα, προειδοποιημένος, ειδοποιώ κάποιον από πριν: Σας προειδοποιώ να προσέχετε στο εξής … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)